Η οστεοπόρωση είναι η συχνότερη «πάθηση» των οστών.
Προσβάλλει το 25-35% των γυναικών και το 15-20% των ανδρών, ηλικίας 50 ετών και πάνω. Χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική μάζα, απώλεια ασβεστίου, μικρή πυκνότητα στα οστά και από διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής δομής τους, με αποτέλεσμα τη μείωση της αντοχής τους και τον αυξημένο κίνδυνο κατάγματος.
Εμφανίζεται συχνότερα σε γυναίκες (με αύξηση της συχνότητας μετά την εμμηνόπαυση) και σε ηλικιωμένους (άνω των 70) και στα δυο φύλα. Επίσης, εκδηλώνεται δευτερογενώς, μετά από μακροχρόνια λήψη ορισμένων φαρμάκων.
Το βασικότερο είναι ότι η οστεοπόρωση καθαυτή δεν δημιουργεί πόνο.
Είναι δηλαδή «σιωπηλή» για χρόνια και, αν δεν έχει διαγνωσθεί εγκαίρως, χειροτερεύει συνεχώς, μέχρι που εμφανίζεται αιφνίδια. Η κύρια κλινική εκδήλωση της οστεοπόρωσης είναι τα κατάγματα χαμηλής ενέργειας, δηλαδή τα κατάγματα μετά από χαμηλού βαθμού τραυματισμό, όπως π.χ. η πτώση από την όρθια θέση.
Η έγκαιρη διάγνωση (μέτρηση οστικής πυκνότητας), η συχνή άσκηση και η κάλυψη με συμπληρώματα διατροφής, ή η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή – όπου είναι απαραίτητο, υποστηρίζουν την πρόσληψη ασβεστίου από τα οστά και μπορούν αποτελεσματικά να καθυστερήσουν ή να ανακόψουν την εξέλιξή της.